ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΕΩΡΓΟΥΣΗΣ
ΤΑ ΞΕΝΑ ΜΑΤΙΑ
Έρχεσαι πάντα μέσ' απ' την ομίχλη.
Κανένα ξόρκι δεν σε πιάνει΄ μήτε τραγούδι.
Μέσα στη νύχτα ξεκρεμάς τα κάδρα
ρίχνεις στα μάτια τον φακό.
Ξαναφωτίζεται ο τόπος.
Ο χρόνος φεύγει όπως έρχεται.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΕΩΡΓΟΥΣΗΣ
Από τη συλλογή ΥΠΕΡΘΥΡΟ, εκδ. Διάττων, 2007
2 commentaires:
Έχασα την ελπίδα σαν πορτοφόλι άδειο.../ Η Μοίρα με κορόιδεψε, έκανα ξόρκια απ' την άλλη/ πλευρά,/ και την επανάσταση θα μπορούσε να την είχε κεντήσει με/ χάντρες η γιαγιά μου/ και να 'ναι ενθύμιο στο σαλόνι του παλιού σπιτιού που δεν/ έχω.
(Δειπνούσαμε νωρίς, σ' ένα άλλοτε που μου φαίνεται πια/ άλλης μετενσάρκωσης,/ κι ύστερα πίναμε τσάι εκείνες τις ήρεμες νύχτες που δεν/ επιστρέφουν./ Τα παιδικά μου χρόνια, το παρελθόν μου δίχως εφηβεία,/ παρήλθαν,/ απόμεινα λυπημένος, σαν να μου 'χαν πει την αλήθεια/ αλλά ποτέ πια δεν μπόρεσα να νιώσω αλήθεια καμία/ παρεκτός το παρελθόν)
17/12/ 1927
ΆΛΒΑΡΟ ΝΤΕ ΚΑΜΠΟΣ (εκδ. Εξάντας σελ. 207)
@ lapsus digiti
Ευχαριστώ για τον Πεσόα. Είναι ολοφάνερο: γνωρίζετε τις αδυναμίες μου. Εύγε!
Enregistrer un commentaire