ΘΑΝΑΣΗΣ ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
Η ΠΛΑΤΕΙΑ
Απόσπασμα
--------------------------------
---------------
Ένα πρωί, πηγαίνοντας για το Γυμνάσιο, είδα πολύν κόσμο να στέκεται μπροστά στο περίπτερο του Φλέγγα και να διαβάζει με κομμένη την αναπνοή τη συνταρακτική πρώτη είδηση της Αυγής : "ΠΕΘΑΝΕ Ο ΣΤΑΛΙΝ". Κι από κάτω με μικρότερα στοιχεία: "Από χτες έπαψε να χτυπά η καρδιά του μεγάλου φίλου της Ελλάδας". Δε χρειαζόταν να διαβάσω λεπτομέρειες. Καμιά λεπτομέρεια πια δε θα μπορούσε ν' ακυρώσει το μεγάλο, το συνταρακτικό σε παγκόσμια κλίμακα γεγονός του βιολογικού τέλους ενός ανθρώπου που υπήρξε όχι μόνον ο ηγέτης της χώρας του κατά τη διάρκεια του αντιφασιστικού πολέμου αλλά και ο εφέστιος θεός εκατομμυρίων οικογενειών (και της δικής μου) σ' όλη την υφήλιο. Και πού δεν υπήρχε ζωγραφιά του; Στην πλατεία του χωριού, στο λαϊκό δικαστήριο, στα υπνοδωμάτιά μας, παντού. Συνέχισα το δρόμο μου θλιμμένος, σαν να 'χα χάσει ένα απο τα στηρίγματά μου. Όλα περίμενα να τ' ακούσω μα όχι και το θάνατο του Στάλιν. Λίγο πριν φύγω, στο μάζεμα των περιέργων που είχαν βουβαθεί πλησίασε και ο μπαρμπα-Μιχάλης Μανουσάκιας ή Κατάρας κρατώντας στο δεξί του χέρι το πανέρι με τα καραμελικά που πωλούσε. Ο άνθρωπος τούτος, που γύριζε εξαθλιωμένος κι ατημέλητος, πριν από τον πρώτο μεγάλο πόλεμο είχε κάνει σοβαρή περιουσία στην Αμερική και υπήρξε κοινωφελής και ανοιχτοχέρης, ίσως περισσότερο απ' όσο χρειαζόταν. Ώσπου στα χρόνια της προεδρίας του Χούβερ έχασε όλη την περιουσία του και μισοτρελάθηκε. Κι ο ίδιος πια δεν ξέρει πώς κατάφερε να χωθεί στο αμπάρι ενός καρβουνιάρικου και να γυρίσει απένταρος στη Δάφνη. Αφού έμαθε κι ο Μανουσάκιας το συνταρακτικό νέο, τραβήχτηκε δυο βήματα πίσω και σηκώνοντας ελαφρά το δεξί του πόδι άφησε ένα δυνατό δύσοσμον ήχο. Ήταν το σχόλιό του στο συμβάν.
---------------
---------------------------------
ΘΑΝΑΣΗΣ ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
Απο το μυθιστόρημα Η ΠΛΑΤΕΙΑ, γ' έκδ., Καστανιώτης 1996