Γιώργος ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ
Βικέντιος ΚΑΡΜΠΟΝΑΡΟΣ
Ο ΣΥΝΟΝΟΜΑΤΟΣ
ή
Πέφτοντας στο κάθετο ρήγμα του λόγου
(απόσπασμα)
------------------------------------
---------------
Η γλώσσα είναι σκάφος που ανοίγεται στις θάλασσες και σ' όλα τα νερά του λόγου και με το πρυμνιό της έμβολο ανοίγει το σπήλαιο της φωνής και σκίζει τα λιμνόνερα της λαλιάς. Γυμνό σκαρί ορθόπλωρο, καλαφατισμένο, καλλικάρηνο. Δέρνεται απο μπουγάζια μακρών φωνηέντων και τραμπαλίζεται στο αντιμάμαλο των βραχέων, μα έχει να παραμερίσει και εκείνα που άλλοτε μακραίνουν και άλλοτε κονταίνουν απο μόνα τους (χωρίς κανείς άλλος να τα βάζει) μαζί μ' εκείνα που πάνε δυό-δυό και αβγαταίνουν, όταν είναι στην αρχή ή στο γέμισμά τους, τις πιο πολλές φορές μάλιστα και στο τέλος... στη χάση τους... και μαζί μ' εκείνα που, όταν παν να σβήσουνε, γίνονται τοσοδά μικρούλια και σχεδόν δεν τα βλέπεις, σχεδόν δεν νιώθεις τη γεύση τους. Δασύνονται, ψιλούνται, υπογράφονται, προσγράφονται, συναιρούνται, κεράννυνται, αφαιρούνται, υφαιρούνται, εκθλίβονται, συνιζάνουν, χασμώνται, συγκόπτονται, αναπτύσσονται, μετατίθενται, αφομοιώνονται, αντιμεταχωρούνται, συστέλλονται, διαστέλλονται, εκτείνονται, αντεκτείνονται, ανηφορίζουν ξαποφόβιστα στων χειλιών τα όρη, βρίσκουν σύμφωνη συντροφιά, γλιστρούν απάνω στο σμάλτο των δοντιών ατιθασαδάμαστα μαζί με άλλες παρέες, τις παίρνουν κι αυτές κοντά τους και με άλματα εις ύψος πάνε και γαργαλάνε καγχάζοντας του ουρανίσκου το στερέωμα, προτού μπουν μονά-μονά στη μύτη του λόγου ή βουτήξουν ρολλάροντας για μπάνιο στις ροές του σιέλου με τα γκέιζέρ του να συρρίζουν τα σίγματά τους ή και να τα παντρεύουν με αποπαίδια των χειλιών, με φαφούτικα δόντια και με πεπτωκότες αγγέλους του ουρανίσκου και ν΄ακούγεται έτσι όχι ένας μονός, αλλά ολόκληρος διπλός συριγμός, επίμονος, μιγαδικός, μαζί αποβολές, αναπτύξεις, μεταθέσεις, επενθέσεις, ενώσεις, συγχωνεύσεις, αφομοιώσεις, ανομοιώσεις, απλοποιήσεις, εν γένει τροπές, προ πάντων δε συμπνευματισμούς και άλλα πάθη συμφώνων. Η γλώσσα φράζει ολόβολη το σπήλαιο της φωνής, η γλώσσα ρουφάει ολόκληρη τη λίμνη της λαλιάς, κραταιή η γλώσσα βιάζεται να πά' να δεθεί στον Καύκασο του λόγου, το όρνιο του νου χιμάει και της σπάει το κύτος, της τσακίζει τα σανίδια, της κατατρώει τα σκώτια -όλους τους φωνήεντες αλλά και τους σύμφωνους εργάτες της-, η γλώσσα πάσχει, η γλώσσα υποφέρει δεσμώτισσα στον Καύκασο του λόγου, μα, στο τέλος, ναι, στο τέλος σπάει μόνη της τα καρφιά τα λογικά και τις αλυσίδες τις έλλογες, κατεβαίνει απο τον Καύκασο, κατεβαίνει πλαγιές, φαράγγια, χαράδρες, μπαίνει σε ρήγματα του φλοιού της γης κάθετα, χώνεται στο στόμα των ανθρώπων, στους καταπιόνες, στα κάθετα ρήγματα των προσώπων τους, τους ξαναφέρνει το πυρ, το νέο πυρ, καυκασιανή αυτή τους μαθαίνει ν' αμφισβητούν τον ήδη καθιερωμένο Όλυμπο της γνώσης, πιάνει με τα χέρια της τα ίδια ξύλα γερά, ξαναφτιάχνει πλοίο με μαστοριά πολλή του κτισιμάτου (που λέει κι ο Συνονόματος, ο μέγας αρχιμάστορας) ... ξαναφτιάχνει... ξαναχτίζει ένα καινούργιο, πιο γερό σκαρί, για να μπεί να ξαναφράξει ολόβολο το σπήλαιο της φωνής, για να ξαναρουφήξει ολόκληρη τη λίμνη της λαλιάς ...
-------------------------------------
----------------
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ
Απο το μυθιστόρημα
ΒΙΚΕΝΤΙΟΣ ΚΑΡΜΠΟΝΑΡΟΣ : Ο ΣΥΝΟΝΟΜΑΤΟΣ ή ΠΕΦΤΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΚΑΘΕΤΟ ΡΗΓΜΑ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ
Εκδόσεις GUTENBERG, Αθήνα 2007