mardi 27 mai 2008

ΜΑΥΡΗ MAKOSSA


ΑΛΕΞΗΣ ΤΡΑΪΑΝΟΣ

MAKOSSA

Κάθομαι με το γαλάζιο δέρμα μου
Ως συνήθως

Κανένας δε μ' ακουμπάει

Οι άνθρωποι κατουράν
Μες στο κεφάλι τους

Έπειτα κλείνουνε θέση
Με τον τελευταίο εφιάλτη

Γριές πετάνε κονφετί
Η μιά στην άλλη

Γυρίζουνε και μου δίνουνε μαύρα κουφέτα
Γυρίζουνε και μου δίνουνε τον Φάουστ
Και τον ζογκλέρ με τα καλώδια

Και ροκανίζουν έτσι το μυαλό μου
Ωραίοι άρρωστοι αρουραίοι



ΑΛΕΞΗΣ ΤΡΑΪΑΝΟΣ (1944-1980)
Απο τη συλλογή ΤΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΕΛΠΗΝΟΡΑ, εκδ. Ύψιλον 1984



jeudi 22 mai 2008

ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ;



FRANZ KAFKA

Η ΓΕΦΥΡΑ

Ήμουν αλύγιστος και ψυχρός, ήμουν μιά γέφυρα, εκειτόμουν πάνω απο έναν γκρεμό. Απο δώθε ήσαν οι μύτες των ποδιών, απο κείθε ήσαν χωμένα τα χέρια, δαγκώνοντας συγκρατιόμουν απο εύθρυπτο πηλό. Οι ποδιές του σακακιού μου ανέμιζαν στα πλάγια μου. Στο βάθος θορυβούσε ο παγερός χείμαρρος με τις πέστροφες. Κανένας περιηγητής δεν επλανήθηκε σε τούτα τα άβατα ύψη, η γέφυρα δεν ήταν ακόμα σημειωμένη στους χάρτες. - Έτσι εκειτόμουν κι επρόσμενα΄ έπρεπε να προσμένω. Δίχως να γκρεμιστεί, δεν μπορεί μιά γέφυρα, που χτίστηκε μιά φορά, να πάψει να είναι γέφυρα.

Μιά φορά προς το βράδυ - ήταν το πρώτο, ήταν το χιλιοστό, δεν ξέρω - οι σκέψεις μου χάνονταν πάντα μέσα σ’ έναν κυκεώνα και όλο και κλωθογύριζαν. Προς το βράδυ το καλοκαίρι, ο χείμαρρος επάφλαζε σκοτεινότερος, άκουσα ένα αντρίκιο βήμα! Προς εμέ, προς εμένα - Τεντώσου, γέφυρα, πάρε θέση, δοκάρι απερίφραχτο, βάσταξε αυτόν που σου εμπιστεύονται. Εξουδετέρωσε ανεπαίσθητα την αστάθεια του βήματός του, αν όμως κλονίζεται, κάνε τον να σε αντιληφθεί και, σαν ένας θεός του βουνού, εκσφενδόνισέ τον στη στεριά.

Ήρθε, με τη σιδερένια μύτη του μπαστουνιού του χτύπησε επάνω μου δοκιμαστικά, ύστερα σήκωσε μ’ αυτή τις ποδιές του σακακιού μου και τις τακτοποίησε επάνω μου. Μέσα στα πυκνά μου μαλλιά έχωσε την ακίδα και την άφησε μέσα ώρα πολλή, κοιτάζοντας προφανώς γύρω του άγριος. Ύστερα όμως - τον ονειρευόμουν ακριβώς πέρα απ’ το βουνό και την κοιλάδα - πήδηξε με τα δυό του πόδια καταμεσής στο σώμα μου. Ανατρίχιασα με άγριο πόνο, ολότελα ανήξερος. Ποιός ήταν; Ένα παιδί; Ένα όνειρο; Ένας ληστής; Ένας αυτόχειρ; Ένας πειρασμός; Ένας καταστροφεύς; Και γύρισα ανάποδα να τον δω. - Γέφυρα να γυρίζει ανάποδα! Δεν είχα ακόμα γυρίσει, και γκρεμίστηκα κιόλας, γκρεμίστηκα και βρέθηκα κιόλας ξεσκισμένος και σουβλισμένος απο τις μυτερές στουρναρόπετρες, που πάντα με κοιτάζανε τόσο ειρηνικά μέσα απ’ τα νερά που λυσσομανούσαν.



FRANZ KAFKA (1883-1924)
Μετάφραση Δημ. Στ. Δήμου
Πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Μακεδονικές Ημέρες, έτος ΣΤ΄(Μάιος-Ιούλιος 1938)



lundi 19 mai 2008

ΕΝΑΣ ΠΡΩΤΟΠΟΡΟΣ



ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΛΑΣ

ΑΣΘΕΝΕΙΑ

Παράφορος ήταν ο έρωτας. Και είναι΄
ζει στα καθέκαστα του βίου
τώρα - περίσταση εξαιρετική -
προβάλλει την μορφή της απελπισίας΄
σπαραγμοί και καινούργιο αιματοκύλισμα των αισθημάτων
μας καλούν σ' αυτήν εδώ την δοκιμασία.

Απώλεσε η γαλήνη την επιφάνειά της
ξαναβρίσκω όσα είχα μοχθήσει να χάσω
η αβεβαιότητα υπερανθρώπων καταστάσεων μας θωρεί
η ενσύνειδη προσπάθεια μαζί να τα κοιτάμε όλα
παρηγορεί την αγωνία, μα την αυξάνει.



ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΛΑΣ (1907-1988)
Απο το βιβλίο ΟΔΟΣ ΝΙΚΗΤΑ ΡΑΝΤΟΥ, εκδ. Ίκαρος, 1977

mercredi 14 mai 2008

ΜΕ ΤΟΝ ΡΑΣΚΟΛΝΙΚΩΦ


ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟΙ, ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟΙ

Τον ξέρετε μήπως τον Ρασκόλνικωφ;
Ευτυχισμένοι, ευτυχισμένοι΄ εγώ
τυχαία τον γνώρισα στο δρόμο.

Ίσως τον συναντήσω κι απόψε
στα λευκά σοκάκια μας
να χτυπάει το κουδούνι πάλι
καμιάς ξύλινης πόρτας.

«Πώς πάνε τα μαθήματα;» Το μόνο.
Και τίποτε, μα τίποτε,
για το λεπτό μας ζήτημα.



ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ (1927-1985)
Απο ΤΑ ΧΙΛΙΑ ΔΕΝΤΡΑ, 3η έκδ., Κέδρος 1988




samedi 10 mai 2008

ΑΝΤΡΑΣ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΑ


GABRIELA BALDERAS

SI UN HOMBRE...

Si un hombre se vara en una mujer
igual que el barco en las arenas,
no hay manera de dragarlo.
Va hundiéndose lento
hasta que lo colma el agua
con herrumbre de muerte.

______________


ΑΝ ΕΝΑΣ ΑΝΤΡΑΣ...

Αν ένας άντρας εξοκείλει σε γυναίκα
σάμπως καράβι που προσάραξε στην άμμο,
κανένας τρόπος πια να ανασυρθεί.
Πιάνει να αργοβυθίζεται
μέχρι που τον σκεπάζουν τα νερά
με μιά σκουριά θανάτου.



GABRIELA BALDERAS
Μετέφρασε ο LOCUS SOLUS
Απο τη συλλογή ESTACIONES DEL VIENTO , México D.F., 1993



mercredi 7 mai 2008

ΕΞΩ ΑΠΟ ΜΑΣ


ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΜΕΛΗΣ

ΕΡΗΜΙΑ

Έξω απο μας πεθαίνουν τα πράγματα

Απ' όπου περάσεις νύχτα, ακούς σαν ένα ψίθυρο
Να βγαίνει απο τους δρόμους που δεν πάτησες,
Απο τα σπίτια που δεν επισκέφθηκες,
Απ' τα παράθυρα που δεν άνοιξες,
Απ' τα ποτάμια που δεν έσκυψες να πιείς νερό,
Απο τα πλοία που δεν ταξίδεψες.

Έξω απο μας πεθαίνουν τα δέντρα που δεν γνωρίσαμε.

Ο άνεμος περνά απο δάση αφανισμένα.
Πεθαίνουν τα ζώα απο ανωνυμία και τα πουλιά απο σιωπή.

Τα σώματα πεθαίνουν σιγά-σιγά απο εγκατάλειψη
Μαζί με τα παλιά μας φορέματα μες στα σεντούκια.
Πεθαίνουν τα χέρια, που δεν αγγίσαμε, απο μοναξιά.
Τα όνειρα, που δεν είδαμε, απο στέρηση φωτός.

Έξω απο μας αρχίζει η ερημία του θανάτου.



ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΜΕΛΗΣ (1900-1976)
Απο τα ΠΟΙΗΜΑΤΑ Ι, εκδ. Ιανός, 1986



dimanche 4 mai 2008

Ο ΗΧΟΣ ΤΟΥ ΧΟΡΤΟΥ


ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ

Ο ΗΧΟΣ ΤΟΥ ΧΟΡΤΟΥ

Προσπάθησα κι εγώ από παιδί ν' ακούσω τον ήχο του χόρτου που μεγαλώνει. Δεν ήσαν πολλοί εκείνοι που έλεγαν ότι είχαν ακούσει αυτόν τον ήχο, αλλά το βεβαίωναν με ύφος τελείως πειστικό. Επειδή ντρεπόμουν, το προσπάθησα κρυφά. Ώσπου κάποιος μεγαλύτερος με κατάλαβε και μου είπε πως αυτά είναι παραμύθια, πως χάνω τον καιρό μου σε ανοησίες. Έτσι, τα παράτησα κι έπεσα με τα μούτρα σε πράγματα σοβαρά. Άλλωστε παρά τις προσπάθειές μου δεν είχα ακούσει απολύτως τίποτα.

Τώρα τελευταία βλέπω αρκετούς ανθρώπους, ενήλικες και με θέση στην κοινωνία, να υποστηρίζουν πως αυτός ο ήχος πράγματι υπάρχει και πως αυτοί τον άκουσαν. Μερικοί, μάλιστα, το γράφουν και σε ποιήματα. Είπα, λοιπόν, να προσπαθήσω πάλι, αλλά του κάκου. Φαίνεται πως η ακοή μου δεν είχε ποτέ την απαιτούμενη οξύτητα.


ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ
Από τις ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ ΣΕ ΤΡΕΙΣ ΣΧΕΔΙΕΣ, Κέδρος 2006


jeudi 1 mai 2008

ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ !





LE TEMPS DES CERISES

Quand nous chanterons le temps des cerises
Et gai rossignol, et merle moqueur
Serons tous en fête...
Les belles auront la folie en tête
Et les amoureux du soleil au coeur!
Quand nous chanterons le temps des cerises
Sifflera bien mieux le merle moqueur.

Mais il est bien court, le temps des cerises
Où l' on s' en va deux, cueillir en rêvant
Des pendants d' oreilles
Cerises d' amour aux robes pareilles
Tombant sous la feuille en gouttes de sang...
Mais il est bien court le temps des cerises,
Pendants de corail qu' on cueille en rêvant.

Quand vous en serez au temps des cerises
Si vous avez peur des chagrins d' amour
Evitez les belles...
Moi qui ne crains pas les peines cruelles
Je ne vivrai point sans souffrir un jour...
Quand vous en serez au temps des cerises
Vous aurez aussi des peines d' amour!

J' aimerai toujours le temps des cerises
C' est de ce temps-là que je garde au coeur
Une plaie ouverte...
Et Dame Fortune en m' étant offerte
Ne pourra jamais calmer ma douleur...
J' aimerai toujours le temps des cerises
Et le souvenir que je garde au coeur!


________________



Οι στίχοι είναι του δημοσιογράφου JEAN-BAPTISTE CLEMENT (1836-1903)
Tη μουσική συνέθεσε ο τενόρος ANTOINE RENARD (1825-1872).

Τραγουδάκι ερωτικό, γράφτηκε το 1867.
Εκ των υστέρων, το 1871, ο Κομμουνάρος -πλέον- στιχουργός το αφιέρωσε σε μια νεαρή νοσοκόμα των οδοφραγμάτων που σκοτώθηκε κατα τη διάρκεια της Ματοβαμμένης Βδομάδας (22-28 του Μάη) του τέλους της Παρισινής Κομμούνας.
Έκτοτε έγινε το τραγούδι-σύμβολο της ελευθερίας, της αλληλεγγύης και της ελπίδας και το ερμήνευσαν σχεδόν όλοι οι μεγάλοι Γάλλοι τραγουδιστές. Το αγαπάμε στις εκδοχές του YVES MONTANT και της JULIETTE GRECO.