lundi 18 juin 2007

ΜΕ ΤΟΝ ΜΠΑΧ



JAROSLAV SEIFERT


ΤΟ ΚΟΝΤΣΕΡΤΟ ΤΟΥ ΜΠΑΧ

Ποτέ μου δεν συνήθιζα να κοιμάμαι μέχρι αργά το πρωί,
με ξυπνούσαν τα πρωινά τραμ
και συχνά οι ίδιοι μου οι στίχοι.
Μ' έβγαζαν απ' τα σκεπάσματα τραβώντας με απ' τα μαλλιά,
μ' έσερναν στην καρέκλα
και μόλις έτριβα τα μάτια μου
με ανάγκαζαν να γράφω.

Δεμένος με γλυκό σάλιο
στα χείλη της μοναδικής στιγμής,
τη σωτηρία της άθλιας ψυχής μου
δεν τη συλλογιζόμουνα
κι αντί για την αιώνια μακαριότητα
ποθούσα το σύντομο διάστημα
της φευγαλέας απόλαυσης.

Μάταια οι καμπάνες με σηκώνανε απ΄τη γη,
γαντζωνόμουνα πάνω της με νύχια και με δόντια.
Ήταν γεμάτη αρώματα
και μυστικά που ερέθιζαν.
Όταν τη νύχτα κοίταζα τον ουρανό,
δεν ήταν ο ουρανός αυτός που αναζητούσα.
Μάλλον με τρόμαζαν οι μαύρες τρύπες
κάπου στα πέρατα του σύμπαντος
που είναι ακόμα πιό φρικτές
κι απο την κόλαση την ίδια.
Άκουσα όμως ήχους απο τσέμπαλο.
Ήταν ένα κοντσέρτο
του Ιωάννη Σεβαστιανού Μπαχ
για όμποε, τσέμπαλο και έγχορδα.
Απο πού ερχότανε - δεν ξέρω.
Πάντως όχι απ' τη γη.

Αν και δεν είχα πιεί κρασί ούτε μιά στάλα,
τρίκλιζα λίγο
κι αναγκάστηκα να πιαστώ
απο τη σκιά μου.


JAROSLAV SEIFERT (1901-1986)


Μετάφραση: Κάρολος Τσίζεκ
Απο το βιβλίο Η ΓΛΥΚΙΑ ΣΥΜΦΟΡΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ, εκδ. Ποταμός, 2003

7 commentaires:

Γιωργος Κεντρωτης a dit…

To συγκεκριμένο ποίημα έχει κάτι "τρελές" παρηχήσεις, που δυστυχώς χάνονται στο μετάφρασμα. Πάντως ο Τσίζεκ έχει κάνει γενικώς ωραίες δουλειές.

LOCUS SOLUS a dit…

@ γιωργος κεντρωτης
Όπως γνωρίζετε δεν γνωρίζω τσέχικα. Διαβάζοντας το συγκεκριμένο ποίημα στα ελληνικά το βρήκα ενδιαφέρον. Οι παρηχήσεις είναι άλλη ιστορία. Όταν τις ΄΄μεταφράζει΄΄ κανείς βγαίνει άλλο ποίημα. Συνεπώς το καλύτερο, νομίζω, είναι να επιλέγεις την απόδοση των νοημάτων του κειμένου σε ένα ποιητικό κατα το δυνατόν κείμενο. Αν το ποίημα νοηματοδοτείται απο τη μουσική του - όχι κατ΄ανάγκην τονική - τότε καλύτερα να μένει αμετάφραστο. Τους χαιρετισμούς μου στο ζώο σας.

Anonyme a dit…

Ευτυχής σύμπτωση. Πριν λίγα λεπτά έγραφα σχόλιο για τον Τσιζεκ για το περιοδικό Γραφίστας και μπαίνοντας στο μπόγκ σας έπεσα επάνω του. Σας στέλνω τη σχετική είδηση.
Α... πείτε του κ. Κεντρωτή ότι μπορώ να τον αναλάβω στα Τσέχικα
... και τον Ντάγκλας επίσης




Κάρολος Τσίζεκ
Ο Κάρολος Τσίζεκ, βραβεύτηκε με το «ΕΒΓΕ Συνολικής προσφοράς στην Γραφιστική 2007» στην φετεινή διοργάνωση των «Βραβείων ΕΒΓΕ», που διοργανώνει το περιοδικό «+design».
Το βραβείο από το 2007, απονέμεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης Γραφιστών Ελλάδας.
Το 2005, με την ευκαιρία των εκδηλώσεων στη Θεσσαλονίκη, για την έκθεση «Βλέπω», ο Κάρολος Τσίζεκ ανακηρύχθηκε «Επίτιμο μέλος» της Ένωσης. Η Ένωση αυτή την περίοδο, προετοιμάζει μια μικρή έκδοση με το έργο του, και την έκθεση της δουλειάς του, που θα γίνει στην Αθήνα την περίοδο 2007-2008.

Στο αρχείο «Anatipo3Tsizek.pdf», μπορείτε να δείτε ένα άρθρο του Δημήτρη Αρβανίτη για τον Κάρολο Τσίζεκ, που είχε δημοσιευτεί το 1982 στο 3ο τεύχος του περιοδικού «Ανάτυπο» που έκδιδε το «Σωματείο Γραφιστών».



Ο Κάρολος Τσίζεκ γεννήθηκε στην Μπρέσια Ιταλίας το 1922 και από το 1929 ζει στη Θεσσαλονίκη. Πήρε πτυχίο Ιστορίας και Αρχαιολογίας, καθώς και Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας από το Α.Π.Θ., στο Ιταλικό τμήμα του οποίου δίδαξε από το 1961 μέχρι το 1988 και αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας το 2000. Το ιταλικό Κράτος του απένειμε τις τιμητικές διακρίσεις Μedaglia di Βenemerenza Culturale και Οrdine di Cavaliere al Merito (1960 και 2000 αντίστοιχα).
Είναι ζωγράφος, γραφίστας, μεταφραστής και λογοτέχνης. Ως ζωγράφος έκανε πέντε ατομικές εκθέσεις στη Θεσσαλονίκη:
Ινστιτούτο Γκέτε 1966, Μικρή Πινακοθήκη Διαγώνιος 1978, Δημοτική Πινακοθήκη, αναδρομική πινάκων και εξωφύλλων στο πλαίσιο των λ’ Δημητρίων 1995, Ελληνική Εταιρία για την Προστασία του Περιβάλλοντος και της Πολιτιστικής Κληρονομιάς 1988 και Ιταλικό Ινστιτούτο 1988.

Από το 1944 μέχρι σήμερα πήρε μέρος σε πολλές ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, κυρίως ως μέλος του Σ.Κ.Ε.Τ.Β.Ε. και στη Θεσσαλονίκη ως τακτικός συνεργάτης της Μικρής Πινακοθήκης Διαγώνιος. Το 1975 επιχορηγήθηκε από το Ίδρυμα Φορντ για την παρουσίαση σε βιβλίο του εικαστικού του έργου και το 1999 του απονεμήθηκε τιμητική διάκριση από τον Σ.Κ.Ε.Τ.Β.Ε.

Ως γραφίστας, συνεργάστηκε με τον ποιητή Ντίνο Χριστιανόπουλο και επιμελήθηκε καλλιτεχνικά το περιοδικό «Διαγώνιος» και τις εκδόσεις του (1958-1998). Πήρε το πρώτο βραβείο για χαρτί περιτυλίγματος (1961), ανακηρύχθηκε επίτιμο μέλος της Ένωσης Γραφιστών Ελλάδας (2005) και βραβεύτηκε σε διαγωνισμούς γραφικών τεχνών, ιδίως για αφίσες (Εορταί Πεντηκονταετηρίδος Απελευθερωσεως της Θεσσαλονίκης, 1962 κ.ά.).

Ως μεταφραστής, κυρίως Ιταλών και Τσέχων πεζογράφων και ποιητών, τιμήθηκε με τα βραβεία «Πόλη του Μονσέλιτσε» (1981) και «Γιαν Μάσαρυκ» (2002).
Ως λογοτέχνης, υπήρξε βασικός συνεργάτης των δύο σημαντικότερων περιοδικών της Θεσσαλονίκης, «Κοχλίας» (1945-1948) και «Διαγώνιος» (1958-1983). Σε αυτά, καθώς και σε πολλά άλλα (όπως π.χ. στο «Εντευκτήριο») δημοσίευσε, εκτός από μεταφράσεις, πρωτότυπα πεζά κείμενα, άρθρα, ποιήματα, καθώς και τεχνοκριτικά σημειώματα.

Ως μεταφραστής, εξέδωσε τα βιβλία «Τρία δοκίμια του Εμίλιο Τσέκκι» (1974, δίγλωσση έκδοση), Γιάροσλαβ Σάιφρτ (βραβείο Νόμπελ 1984), «Η γλυκιά συμφορά της ποίησης» (2003) και Κάρελ Γιάρομιρ Έρμπεν, «Οι τρεις χρυσές τρίχες του πανήξερου παππού» (2006).
Εξέδωσε επίσης μία ποιητική συλλογή με τίτλο «Στίχοι έρωτα και αγάπης» (2005).

Οι κυριότερες πηγές για τη δουλειά του είναι: «Ο ζωγράφος Κάρολος Τσίζεκ», εκδόσεις Διαγωνίου, Θεσσαλονίκη 1976 (με κείμενο του Ντίνου Χριστιανόπουλου).
«Διαγώνιος, τριάντα χρόνια προσφοράς», έκθεση τευχών και εκδόσεων του περιοδικού «Διαγώνιος» (1957-1986), Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο, Θεσσαλονίκη 1986.
«Κάρολος Τσίζεκ», λ’ Δημήτρια, Δημοτική Βιβλιοθήκη Θεσσαλονίκης 1995 (κατάλογος έκθεσης), Περικλής Σφυρίδης,
«Δώδεκα ζωγράφοι της Θεσσαλονίκης» (δεύτερη έκδοση συμπληρωμένη ως το 1988), Ρέκος, Θεσσαλονίκη 1988.

Γιωργος Κεντρωτης a dit…

@ locus solus: Δεν διαφωνώ με ό,τι λες΄. Κι εμένα μου αρέσουν οι δουλειές του Τσίζεκ.
Το ζώο μου σας γαυγίζει την καλησπέρα του.

@ iren oyitsak: Ο Douglas μου είναι και Ντούκλα Πράγας!

Anonyme a dit…

Chanson

Il agite un foulard blanc
celui qui fait ses adieux,
chaque jour quelque chose s'achève,
quelque chose de magnifique s'achève.

Le pigeon postal bat des ailes contre l'air
en revenant à la maison ;
désespérés ou pleins d'espoir,
toujours nous retournons chez nous.

Essuie tes larmes
et sourie de tes yeux éplorées,
chaque jour quelque chose commence,
quelque chose de magnifique commence.

Jaroslav Seifert
(Le pigeon postal, 1929)
Traduction: Jean-Gaspard Páleníček

Δυστυχώς δεν βρήκα το πρωτότυπο. Και οφείλω να πω ότι δυσκολεύτηκα να βρώ στο διαδίκτυο ποίημα ή πεζό του σε μια δεύτερη γλώσσα εκτός της μητρικής του.

LOCUS SOLUS a dit…

@ lapsus memoriae
Eίστε εξαιρετική! Σας ευχαριστούμε πολύ.
Σύμπτωση σατανική: Το έχει μεταφράσει και αυτό ο Τσίζεκ !

ΤΡΑΓΟΥΔΙ
Άσπρο μαντίλι ανεμίζει
όποιος φεύγει και δεν μετανιώνει,
κάθε μέρα κάτι τελειώνει,
κάτι εξαίσιο τελειώνει.

Το ταχυδρομικό περιστέρι φτεροκοπά
στον αέρα, όταν γυρίζει στη φωλιά του,
με ελπίδα ή χωρίς ελπίδα καμιά
πάντα ο καθένας γυρίζει στη φωλιά του.

Σκούπισε τα δάκρυά σου
και χαμογέλασε με μάτια κλαμένα,
κάτι αρχίζει ολοένα,
κάτι εξαίσιο αρχίζει ολοένα.
_________

Μου επιτρέπετε, φαντάζομαι, να σας το χαρίσω, n'est-ce pas?

Anonyme a dit…

Mille merci mon cher ami, με συγκινήσατε και πάλι...