samedi 16 juin 2007

ΦΙΝΑΛΕ



ΟΡΕΣΤΗΣ ΛΑΣΚΟΣ

ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΟ ΒΛΑΔΙΒΟΣΤΟΚ

Θερμοκρασία 60 υπό το μηδέν
και το εισιτήριο προς το Bλαδιβοστόκ στην τσέπη.
Kι' απόξω, εξισωμένη με το άπειρον
η παγωμένη στέππη.

Δεν είμαι μόνος. Ένας άνθρωπος παράξενος αντίκρυ μου
μου εξάπτει το ενδιαφέρον σε σημείον μέγα.
Kι' ενόσω τού ’χα δώσει σημασίαν "ά λ φ α" στην αρχή,
τώρα, δεν ξέρω πώς, λαμβάνει σημασίαν "ω μ έ γ α".

Kαι το εισιτήριο προς το Bλαδιβοστόκ στην τσέπη μου.
A! Tο Bλαδιβοστόκ! Ω! ας ήτανε ποτέ να μην υπήρχεν εδώ κάτω.
Kι' όμως, είν' ο σκοπός του ταξιδιού μου αλλοίμονο,
το τέρμα… που δεν έχει παρακάτω.

Kι' όμως, το νοσταλγούσα κάποτες το τέρμ' αυτό.
Mα τώρα… Tώρα τίποτα. Mονάχα η παγωμένη γύρω στέππη,
κι' ο αμίλητος κι' ακίνητος συνταξιδιώτης μου
που, σαν μετουσιωμένο σύμβολο, με βλέπει.

Kι' όσο και πάει… σιμώνει το Bλαδιβοστόκ.
Kαι τότε… τι θα γίνει; Θα ξαναγυρίσω πάλε;
Δεν το πιστεύω. Mα θαρρώ της φάρσας ή του δράματος
πως πλησιάζει οσονούπω το "φ ι ν ά λ ε".

Ωραίο πιστόλι ετούτο μα την πίστη μου
κι' είν' εντελώς καινούργιο και γεμάτο.
Kι' όπου και νά ’ναι θα φανή και το Bλαδιβοστόκ,
το τ έ ρ μ α… που δεν έχει π α ρ α κ ά τ ω.


ΟΡΕΣΤΗΣ ΛΑΣΚΟΣ (
1908-1992)
Aπό τις ΑΓΡΙΟΧΗΝΕΣ, 1972

7 commentaires:

Anonyme a dit…

ΟΙ ΑΓΡΙΟΧΗΝΕΣ

Σήμερα καθώς απλώνω τα ρούχα τις βλέπω ξανά, ένας κώδικας
επείγων όσο και κομψός,
αναπτύσσεται στοχεύοντας τον προορισμό.
Μέρες τώρα διασχίζουν τον ουρανό. Ζούμε κάτω από αυτές τις αγριόχηνες
σαν κάτω από το πέρασμα του χρόνου ή μια τέλεια επικεφαλίδα.
Συχνά με φοβίζει η επίδρασή τους.
Πιο κοντά
ανάμεσα στα σχοινιά,
οι αράχνες μιμούνται τα αναπόδραστα μονοπάτια των αγριόχηνων,
τα μιμούνται αέναα χωρίς αποτέλεσμα:
τα πράγματα δε θα διατηρήσουν τη συνοχή τους,
δε θα επουλωθούν
και ο κόσμος πυκνώνει σε υφή αντί για ιστορία,
υφή αντί για χώρο.
Παρόλ’αυτά ο μικρός φόβος των αραχνών
συνδέει και ξανασυνδέει
τα μανταλάκια με τα σχοινιά, τα σχοινιά με το γείσο της στέγης, με τον ανθισμένο θάμνο,
σα να επρόκειτο από στιγμή σε στιγμή, τα πράγματα να καταρρεύσουν
και τίποτα να μην μπορούσε να τα βοηθήσει
να επανακτήσουν το νόημά τους. Κι αν αυτές οι αράχνες πετύχαιναν το σκοπό τους
ν’αλυσοδέσουν ολόκληρο τον ορατό κόσμο,
εμείς θα είμασταν μέρος του ή όχι; Γυρνάω για να μπω μέσα ξανά.
Το σώμα μερικές φορές μεταδίδει στο μυαλό την αίσθηση
πως κάτι του ξέφυγε, μια απόλυτη απογύμνωση, σα να πέφτεις
χωρίς την αίσθηση ότι διασχίζεις έναν κόσμο,
ότι θα φτάσεις σ’έναν άλλο,
κάποτε. Αντιθέτως είναι το πραγματικό
αυτό που σε διασχίζει,
το σώμα σου μια άφιξη
που ξέρεις ότι είναι απατηλή μα δεν μπορείς να προσπεράσεις. Και κάπου ανάμεσα
οι αγριόχηνες αιωνίως να εισέρχονται και
οι αράχνες να γυρίζουν πίσω,
αυτή η ασύλληπτη καθυστέρηση, η κάθε μέρα, να συμβαίνει.

Jorie Graham

Σκέφτηκα να υποπαραθέσω(!) την "Ιθάκη" ή το δικό του "Παρίσι", αλλά οι συνειρμοί μου με οδήγησαν πολύ πολύ μακρυά...

LOCUS SOLUS a dit…

@ lapsus memoriae
Εσείς το μεταφράσατε;

Anonyme a dit…

Συγγνώμη, παράλειψις.
Μετάφραση: Κατερίνα Ηλιοπούλου (απ'την ποιητική συλλογή "Hybrids of plants and of ghosts", 1980).

LOCUS SOLUS a dit…

@ lapsus memoriae
Δεν είστε τελικά η Κ.Η.- όχι ότι την ξέρω δηλαδή...
Το ποίημα πάντως είναι πολύ όμορφο, αν και ξαναφέρνω στον νου μου όσα είχατε πει για τις μεταφράσεις : να μην τις εμπιστευόμαστε πάντοτε.
Grazie tanto, signora !

Anonyme a dit…

THE GEESE

Today as I hang out the wash I see them again, a code
A urgent as elegant,
tapering with goals.
For days they have been crossing. We live beneath these geese

as if beneath the passage of time, or a most perfect heading.
Sometimes I fear their relevance.
Closest at hand,
between the lines,

the spiders imitate the paths the geese won’t stray from,
imitate them endlessly, to no avail:
things will not remain connected,
will not heal,

and the world thickens with texture instead of history,
texture instead of place.
Yet the small fear of the spiders
binds and binds

the pins to the lines, the lines to the eaves, to the pincushion bush,
as if, at any time, things could fall further apart
and nothing could help them
recover their meaning. And if these spiders had their way,

chainlink over the visible world,
would we be in or out? I turn to go back in.
There is a feeling the body gives the mind
of having missed something, a bedrock poverty, like falling

without the sense that you are passing through one world,
that you could reach another
anytime. Instead the real
is crossing you,

your body an arrival
you know is false but can’t outrun. And somewhere in between
these geese forever entering and
these spiders turning back,

this astonishing delay, the everyday, takes place.

Jorie Graham

Δεύτερη παράλειψις! Σας παραθέτω και το πρωτότυπο λοιπόν. Η κάθε γλώσσα έχει την γοητεία της και λόγω της μοναδικότητάς της, δεν συμφωνείτε;

LOCUS SOLUS a dit…

@lapsus memoriae
Συμφωνώ απολυτα. Ευχαριστώ για την παράθεση του αγγλικού κειμένου. Το είχα εντοπίσει εδώ και μερικές μέρες και ομολογώ ότι αν δεν υπήρχε το πρωτότυπο θα προσπερνούσα το ποιηματάκι ελαφρα τη καρδία. Τώρα χάρι σ’ εσάς θα το διαβάζουν κι οι φίλοι μας - όσοι μας απόμειναν τελοσπάντων...

Anonyme a dit…

Όσοι μας απόμειναν, ναι. Για πιθανούς καινούργιους δεν το παρέθεσα φίλε μου στο πρωτότυπο, που δεν ξέρουν άλλη γλώσσα απο την ελληνική. Δεν νοιώθουν ίσως την γοητεία ενός ποιήματος αλλά τουλάχιστον δεν μένουν στο σκοτάδι...